Skip to main content
Διορθώσεις του Γκυστάβ Φλωμπέρ σε χειρόγραφό του

Διορθώσεις του Γκυστάβ Φλωμπέρ σε χειρόγραφό του

Χωρίς αμφιβολία, κάθε συγγραφέας έχει ένα προσωπικό ύφος που, κατά κάποιον τρόπο, αντανακλά τον εσωτερικό του/της κόσμο, τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται και την ιδιαίτερη σχέση που έχει με τη γλώσσα. Με τον καιρό και τη συνεχή εξάσκηση, αναπτύσσει τις δικές του/της συγγραφικές συνήθειες και πρακτικές, κυρίως όμως αποκτά ορισμένα ποιοτικά κριτήρια με βάση τα οποία προσδίδει στα κείμενά του/της δομική συνοχή, νοηματική συνάφεια και γλωσσική αισθητική.

Τα τελευταία χρόνια, κάτω από την επίδραση των νέων τεχνολογικών συμβάσεων, παρατηρείται μια αυξανόμενη τάση να μεταφέρουμε στο χαρτί ή στον υπολογιστή τον προφορικό μας λόγο ανεπεξέργαστο. Γράφουμε ελλειπτικά, συντάσσουμε δευτερεύουσες προτάσεις σαν να είναι κύριες και κύριες προτάσεις σαν να είναι δευτερεύουσες, αποφεύγοντας όλη εκείνη την ποικιλία των συνδέσμων, των αντωνυμιών, των μετοχών, των επιθέτων και των άλλων μερών του λόγου που δίνουν βάθος, χρώμα, νόημα και σαφήνεια στη γραφή μας. Σαν επαναστατημένοι έφηβοι, αντιστεκόμαστε στους γραμματικούς και συντακτικούς κανόνες υπέρ μιας ελεύθερης γραφής που διακρίνεται για την αυθορμησία, την αυθεντικότητα και την εξομολογητική της διάθεση.

Πράγματι, η ελεύθερη γραφή είναι μια πολύ καλή επιλογή, όταν θέλουμε να κρατήσουμε σημειώσεις, να συγκρατήσουμε φευγαλέες σκέψεις, να γράψουμε σύντομους στοχασμούς στο προσωπικό μας ημερολόγιο. Όταν όμως γράφουμε κείμενα που θέλουμε να δημοσιευτούν, δεν είμαστε πια μόνοι με τον εαυτό μας ή με τον στενό μας περίγυρο. Κάθε μας αράδα είναι μια δήλωση εξωστρέφειας, μια πρόσκληση συνάντησης με τους πολλούς άλλους που δεν γνωρίζουμε και δεν μας γνωρίζουν. Το παιχνίδι με τις λέξεις αλλάζει, καθώς προσπαθούμε να βρούμε μια ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη μας για προσωπική έκφραση και την επιθυμία μας να γίνει κατανοητό το μήνυμα που θέλουμε να μεταδώσουμε με τη γραφή μας. Η ελεύθερη γραφή δεν είναι πια αρκετή και δεν μπορεί να μας διασφαλίσει ότι οι αναγνώστες του κειμένου μας θα απολαύσουν τις ελλειπτικές μας περιγραφές ή ότι θα συλλάβουν τηλεπαθητικά τις σκέψεις και τις εικόνες που έχουμε εμείς στο μυαλό μας. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, μια βαθύτερη ενασχόληση με τη γλώσσα, η οποία θα μας επιτρέψει να περιγράψουμε με περισσότερη σαφήνεια την περιπλοκότητα των καταστάσεων και να κυριαρχήσουμε πάνω στο νόημα που πάντα βρίσκει τρόπο να δραπετεύει μέσα στην ταραχή που μας προκαλούν οι μπερδεμένες σκέψεις, τα ανάκατα συναισθήματα, οι θολές αναμνήσεις, οι εφήμερες εντυπώσεις και οι βασανιστικές αμφιβολίες για αυτό που θέλουμε να εκφράσουμε.

Σε πολλές περιπτώσεις, η ενασχόληση με τη γλώσσα φέρει το στίγμα μιας ανιαρής, καταπιεστικής και σχολαστικής παράδοσης περασμένων εποχών που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας. Η συγγραφή ταυτίζεται σχεδόν μονομερώς με τη δημιουργική «έμπνευση» και η πιο συνηθισμένη συμβουλή ιδίως στους αρχάριους συγγραφείς είναι να γράφουν χωρίς να σκέφτονται αν αυτό που γράφουν είναι «καλό» ή όχι. Είναι μια καλή συμβουλή που προσπαθεί να αποσοβήσει τον κίνδυνο να καταληφθούμε από άγχος ή τελειομανία και να αρχίσουμε να υπονομεύουμε τον εαυτό μας, αναστέλλοντας τη δημιουργική διαδικασία της συγγραφής. Το μόνο που έχει σημασία είναι να βάζουμε τις σκέψεις μας σε λέξεις και τις λέξεις στο χαρτί ή στον υπολογιστή. Είναι όμως και μισή καλή συμβουλή, καθώς η συγγραφική εργασία συνεχίζεται με διάφορες μορφές και για αρκετό χρόνο μετά την ολοκλήρωση της πρώτης γραφής. Όπως το έθεσε ο Ουμπέρτο Έκο στις Εξομολογήσεις ενός νέου μυθιστοριογράφου, «η “έμπνευση” είναι μια κακή λέξη που χρησιμοποιούν οι πονηροί συγγραφείς προκειμένου να φαίνονται καλλιτεχνικά αξιοσέβαστοι. Όπως λέει ένα παλιό ρητό, η ιδιοφυΐα είναι δέκα τοις εκατό έμπνευση και ενενήντα τοις εκατό εφίδρωση.» (σ. 19)

Στην πραγματικότητα, η συγγραφική διαδικασία χωρίζεται σε τέσσερα στάδια με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς: προετοιμασία, πρώτη γραφή, επιμέλεια, ολοκλήρωση. Ανεξάρτητα από το είδος και την έκταση του κειμένου που γράφουμε, κάθε στάδιο είναι ένα ταξίδι μέσα στο ταξίδι, ένας συνεχής διάλογος με τον εαυτό και το κείμενο, μια άσκηση εστίασης της προσοχής στο νόημα και στη ροή του νοήματος από την πρώτη λέξη μέχρι την τελευταία. Μετά την προετοιμασία που συνήθως περιλαμβάνει κάποιο είδος έρευνας και συλλογής πληροφοριών για τα στοιχεία που συνθέτουν το αντικείμενό μας, η πρώτη γραφή μπορεί πράγματι να έχει πολλά στοιχεία ελεύθερης γραφής και ταυτόχρονα πολλά κενά και ατέλειες που δεν παρατηρούμε την ώρα που γράφουμε. Η ολοκλήρωση του σταδίου της πρώτης γραφής μάς δίνει πάντα μεγάλη χαρά και μια αίσθηση ηρωικού κατορθώματος για το οποίο αισθανόμαστε περήφανοι και περήφανες. Αφήσαμε τη φαντασία μας να καλπάσει, ξεδιπλώσαμε τη δημιουργικότητά μας και απολαύσαμε τη διαδρομή σαν να ταξιδεύαμε πάνω σ’ ένα συννεφάκι. Αλλά δεν τελειώσαμε ακόμα. Μετά τον δημιουργικό οίστρο, την ψυχική ανάταση και την απόλαυση, έρχεται η ώρα για όλες εκείνες τις άχαρες εργασίες που πρέπει να κάνουμε για να βελτιώσουμε την ποιότητα και την αισθητική του κειμένου μας. Έρχεται η ώρα της «εφίδρωσης».

Η επιμέλεια είναι μια απαιτητική εργασία που χρειάζεται χρόνο, υπομονή, αυτοπεποίθηση και ταυτόχρονα μετριοφροσύνη. Αυτό μπορεί να μειώσει κάπως τον αρχικό μας ενθουσιασμό, αλλά χρειάζεται να είμαστε πρόθυμοι και πρόθυμες να παραδεχτούμε ότι ένα άρτιο αποτέλεσμα χρειάζεται σκληρή δουλειά (αυτό που στην αργκό λέμε «χαμαλίκι») και ότι κανένα ολοκληρωμένο έργο δεν γράφεται με την πρώτη. Ακόμα κι αν αποφασίσουμε να απευθυνθούμε σε επαγγελματία επιμελητή ή επιμελήτρια, οι πρώτες διορθώσεις είναι απαραίτητο να γίνουν από εμάς τους ίδιους και τις ίδιες με τα δικά μας μέσα, καθώς είμαστε οι μόνοι και οι μόνες που γνωρίζουμε τι ακριβώς θέλουμε να κάνουμε και να μεταδώσουμε με τη γραφή μας στο αναγνωστικό κοινό. Κι αν δεν το γνωρίζουμε από την αρχή, η επιμέλεια μάς δίνει τη δυνατότητα να ξεκαθαρίσουμε τις ιδέες μας και να προχωρήσουμε στην ολοκλήρωση του έργου με πιο σταθερά βήματα.

Η επιμέλεια γίνεται σε πολλά επιμέρους στάδια, αλλά σε γενικές γραμμές θα μπορούσαμε να τη χωρίσουμε σε τρία βασικά βήματα με την παρακάτω σειρά προτεραιότητας.

Α. Επιμέλεια της δομής

Η δομή συνθέτει τη μεγάλη εικόνα του κειμένου μας. Η επιμέλεια της δομής είναι μια κατεξοχήν αναστοχαστική πρακτική που μας επιτρέπει να δώσουμε στο κείμενό μας μεγαλύτερο βάθος. Η ιδιαιτερότητά της έγκειται στο γεγονός ότι, ενώ ταξιδεύουμε ακόμα στο σύμπαν της δημιουργικής έμπνευσης, ταυτόχρονα γινόμαστε ο κριτικός αναγνώστης, αναγνώστρια του εαυτού μας και θέτουμε ερωτήματα που μπορούν να μας βοηθήσουν να πάρουμε κρίσιμες αποφάσεις. Μερικά τέτοια ερωτήματα είναι τα παρακάτω:

  • Αναπτύσσεται η κεντρική ιδέα/θέση με σαφήνεια;
  • Υπάρχει λογική σύνδεση και ακολουθία νοημάτων;
  • Ποια σημεία δεν είναι κατανοητά και χρειάζονται αποσαφήνιση;
  • Τι λειτουργεί μέσα στο κείμενο και τι όχι;
  • Υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στα επιμέρους στοιχεία;
  • Τι λείπει και τι θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε περισσότερο;
  • Τι πλεονάζει; Μήπως χρειάζεται να περικόψουμε τις μακροσκελείς περιγραφές που κυριαρχούν εις βάρος άλλων, σημαντικότερων στοιχείων;
  • Μήπως πρέπει να ξαναγράψουμε αυτό το κεφάλαιο με άλλη οπτική; Προς ποιες άλλες κατευθύνσεις θα μπορούσαμε να στραφούμε;
  • Μήπως πρέπει να αφαιρέσουμε εντελώς αυτό το κεφάλαιο ή μήπως θα ήταν καλύτερα να του δώσουμε άλλη μορφή (π.χ. να μετατρέψουμε την αφήγηση σε επιστολή);
  • Γράφουμε στο σωστό αφηγηματικό πρόσωπο κάθε φορά; Καταλαβαίνει ο αναγνώστης ποιος είναι ο αφηγητής ή ποιος μιλάει σε ποιον;
  • Ρέουν οι προτάσεις με καλό ρυθμό και ικανοποιητικές εναλλαγές; (Σκεφτείτε το κείμενο σαν μουσική!)
  • Αποδίδονται οι λεπτές αποχρώσεις των εννοιών ή μήπως πρέπει να αναζητήσουμε εναλλακτικές διατυπώσεις;
  • Μήπως υπάρχουν περιττές λέξεις, προτάσεις, παράγραφοι που κάνουν «κοιλιά» στο κείμενο; Μήπως φλυαρούμε με σκοπό να εντυπωσιάσουμε;
  • Μήπως επαναλαμβάνουμε τα ίδια γεγονότα, σκηνές, διαλόγους φράσεις, επειδή έχουμε ξεχάσει ότι τα βάλαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο; Ποια είναι η σωστή τους θέση μέσα στο κείμενο;
  • Συνδέεται ομαλά κάθε παράγραφος με την προηγούμενη και την επόμενη ή μήπως περνάμε απότομα από το ένα θέμα στο άλλο, παραλείποντας σημαντικές πληροφορίες;
  • Η αρχή και το τέλος του κειμένου δίνουν μια συνεκτική εικόνα κι ένα κεντρικό νόημα;
  • Μπορεί να συνοψιστεί η κεντρική ιδέα/θέση σε δύο προτάσεις;

Τα ενδεικτικά αυτά ερωτήματα ποικίλλουν ανάλογα με το είδος του κειμένου (λογοτεχνικό, επιστημονικό, δημοσιογραφικό, πολιτικό κ.τ.λ.), τον σκοπό για τον οποίο το γράφουμε και το κοινό στο οποίο απευθυνόμαστε.

Β. Επιμέλεια της γλώσσας

Οι γλωσσικές διορθώσεις γίνονται πάντα μετά τις παρεμβάσεις που θα οριστικοποιήσουν τη δομή του κειμένου. Πολλοί συγγραφείς συνηθίζουν να διορθώνουν την ώρα που γράφουν, πιστεύω όμως πως είναι απώλεια χρόνου από τη στιγμή που δεν έχουμε εποπτεία του συνόλου του κειμένου. Το δοκίμασα και το αποτέλεσμα ήταν να επιστρέφω συνέχεια στα ίδια σημεία και να διορθώνω τις διορθώσεις μου, να υιοθετώ ξανά την αρχική ιδέα ή να προσθέτω εντελώς νέα στοιχεία και σκέψεις που μου προέκυψαν στην πορεία. Επίσης, είναι λάθος να πιστεύουμε ότι ο αναγνώστης δεν θα δώσει σημασία ή θα μας συγχωρέσει τα γλωσσικά λάθη, επειδή κατά τα άλλα έχουμε γράψει ένα αριστούργημα. Αρκεί να μπούμε οι ίδιοι στη θέση του αναγνώστη και να θυμηθούμε πόσες φορές «σκόνταψε» το μάτι μας σε ένα ορθογραφικό λάθος ή πόσες φορές διακόψαμε τη ροή της ανάγνωσης και της συνομιλίας μας με το κείμενο, προσπαθώντας να καταλάβουμε το νόημα μιας πρότασης με κακή σύνταξη. Για να αποφύγουμε όλα αυτά, χρειάζεται να κάνουμε τον γλωσσικό έλεγχο του κειμένου μας πρόταση με πρόταση, δίνοντας έμφαση στα παρακάτω:

  • Ορθογραφία.
  • Γραμματική.
  • Συντακτικό.
  • Στίξη. Τα τελευταία χρόνια έχει περιοριστεί μόνο στο κόμμα και την τελεία. Ωστόσο, υπάρχει μια ποικιλία σημείων στίξης (άνω τελεία, άνω και κάτω τελεία, μέση και κάτω παύλα, θαυμαστικό, ερωτηματικό, μέσα και έξω εισαγωγικά, αποσιωπητικά, παρενθέσεις κ.ά.) που, εφόσον δεν το παρακάνουμε από υπερβάλλοντα ζήλο, μπορούν να μας βοηθήσουν να χρωματίσουμε τον λόγο μας με παύσεις ή/και διακυμάνσεις του τονισμού που υπαινίσσονται ή αφήνουν να διαφανούν διάφορα λανθάνοντα συναισθήματα (απορία, θαυμασμός, ντροπή κ.ά.).
  • Χρόνοι των ρημάτων. Δεν υπάρχει μόνο ο ενεστώτας και ο αόριστος. Η σωστή χρήση των χρόνων (παρατατικός, παρακείμενος, υπερσυντέλικος, τετελεσμένος μέλλων) μας βοηθά να αποδώσουμε μια αίσθηση του χρόνου και να καταστήσουμε κατανοητή τη χρονική ακολουθία των γεγονότων ιδιαίτερα σε περίπλοκες καταστάσεις με πολλά δρώντα υποκείμενα.
  • Προσέχουμε να μην επαναλαμβάνουμε τις ίδιες λέξεις μέσα στην ίδια πρόταση ή σε διαδοχικές προτάσεις.
  • Συμπληρώνουμε τις λέξεις που έχουμε παραλείψει και αφαιρούμε τις περιττές λέξεις (π.χ. λέξεις που έχουμε γράψει εις διπλούν).
  • Αποφεύγουμε τους πλεονασμούς, δηλαδή αποδόσεις μιας σημασίας με περισσότερες λέξεις ή εκφράσεις από αυτές που είναι απαραίτητες.
  • Αποφεύγουμε επίσης κοινότοπες εκφράσεις (κλισέ) που θυμίζουν τηλεοπτικά πάνελ, διαφημίσεις, κοινωνικά δίκτυα. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία ένα κλισέ παίζει ένα ειδικό νοηματικό ρόλο στα συμφραζόμενα. Μια καλή πρακτική είναι να δημιουργήσουμε έναν κατάλογο των κλισέ που χρησιμοποιούμε στον καθημερινό μας λόγο από συνήθεια (όλοι το κάνουμε) και να δούμε αν μπορούμε να τις αντικαταστήσουμε με συνώνυμα, περιφράσεις ή εναλλακτικές διατυπώσεις, χωρίς να χάσουμε το νόημα.
  • Εντοπίζουμε τα ορθογραφικά λάθη και τα λάθη πληκτρολόγησης που προσπεράσαμε την ώρα που γράφαμε, για να μη διακόψουμε τον ειρμό της σκέψης μας. Εγώ, για παράδειγμα, μπερδεύω συχνά την ορθογραφία ομόηχων λέξεων (π.χ. σύγκλιση και σύγκληση, συγκριτική και συγκρητική) ή πληκτρολογώ «εκαπίδευση» αντί «εκπαίδευση». Ένας κατάλογος τέτοιων συχνών λαθών μπορεί να μας κρατήσει σε εγρήγορση και να μας φανεί εξίσου χρήσιμος με τον κατάλογο των κλισέ και των εναλλακτικών φράσεων.

Γ. Επιμέλεια της σελιδοποίησης

Ο έλεγχος της σελιδοποίησης γίνεται πάντα τελευταίος, αφού έχουμε ολοκληρώσει τα δυο προηγούμενα στάδια της προσθαφαίρεσης τμημάτων του κειμένου και των γλωσσικών διορθώσεων που αλλάζουν συνεχώς τη μορφή της σελίδας του υπολογιστή. Ο έλεγχος της σελιδοποίησης είναι πολύ σημαντικός, καθώς υποβάλλουμε το κείμενό μας στον επαγγελματία επιμελητή και στον εκδότη σε ηλεκτρονική μορφή και δεν θέλουμε να παρουσιάζει μια εικόνα ακαταστασίας. Στη φάση αυτή ελέγχουμε:

  • τα περιθώρια της σελίδας,
  • τις κεφαλίδες και τις υποσημειώσεις,
  • τη γραμματοσειρά, το μέγεθος των γραμμάτων και το διάστιχο,
  • τις αποστάσεις μεταξύ τίτλων και κειμένου,
  • τις αποστάσεις μεταξύ των παραγράφων
  • τις εσοχές των παραγράφων
  • την τοποθέτηση εικόνων, πινάκων, διαγραμμάτων και την αναδίπλωση του κειμένου γύρω από αυτά,
  • τους τίτλους και τις λεζάντες των εικόνων, πινάκων, διαγραμμάτων
  • την αντιστοιχία των τίτλων των κεφαλαίων με τα περιεχόμενα.

 

Γενικές συμβουλές

Μετά την ολοκλήρωση της πρώτης γραφής, προσφέρουμε στον εαυτό μας το πολύτιμο δώρο της ξεκούρασης για όσο χρόνο την έχουν ανάγκη το σώμα και το μυαλό μας. Όταν επιστρέψουμε στο κείμενο με ανανεωμένη διάθεση και ξαναδιαβάσουμε αυτά που έχουμε γράψει, κάποια σημεία μπορεί να μας φανούν τόσο παράξενα που να σκεφτούμε: «Μα, πώς μου ήρθε κι έγραψα κάτι τέτοιο;». Φυσιολογικά πράγματα…

Αφιερώνουμε χρόνο στην εκμάθηση των γραμματικών και συντακτικών κανόνων. Ακόμα κι αν σκοπεύουμε να τους αρνηθούμε, είναι σημαντικό να ξέρουμε ποιους κανόνες παραβιάζουμε, για ποιο λόγο και με τι τους αντικαθιστούμε για να κάνουμε τη γραφή μας πιο ελκυστική ή πιο αποτελεσματική.

Αν δεν θέλουμε ή δεν έχουμε χρόνο να ασχοληθούμε με την επιμέλεια του κειμένου μας, είναι καλύτερα να απευθυνθούμε σε έναν επαγγελματία επιμελητή ή επιμελήτρια που θα γίνει ο προσωπικός μας κριτικός αναγνώστης και θα μας βοηθήσει να υποβάλουμε στους εκδοτικούς φορείς και στις κριτικές τους επιτροπές ένα ευπαρουσίαστο κείμενο με τα λιγότερα δυνατά λάθη δομής, γλώσσας και σελιδοποίησης. Αλλά ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, η μικρο-επιμέλεια που μπορούμε να κάνουμε οι ίδιοι στα κείμενά μας μπορεί να διευκολύνει τη διαδικασία τόσο από οικονομική όσο και από χρονική άποψη.

Κάνουμε πολλές αναγνώσεις της πρώτης γραφής, εστιάζοντας σε μια μορφή επιμέλειας κάθε φορά. Είναι σημαντικό να έχουμε δίπλα μας ένα σημειωματάριο, όπου μπορούμε να σημειώνουμε τα αμφιλεγόμενα σημεία που εντοπίζουμε, για να τα επεξεργαστούμε σε επόμενο στάδιο της επιμέλειας. Αν, για παράδειγμα, ελέγχουμε τις δομικές ατέλειες του κειμένου και εντοπίζουμε ένα πρόβλημα σελιδοποίησης, δεν σταματάμε τη δομική επιμέλεια για να ασχοληθούμε με τη σελιδοποίηση, αλλά σημειώνουμε το πρόβλημα ως υπενθύμιση για την επεξεργασία του σε επόμενο στάδιο.

Ο επαγγελματίας επιμελητής και ο εκδότης ενδέχεται να μας προτείνουν μικρές ή μεγαλύτερες αλλαγές. Αυτό δεν σημαίνει ούτε ότι το κείμενό μας είναι «κακό», ούτε ότι η δική μας επιμέλεια ήταν περιττή. Σημαίνει απλώς ότι πάντα υπάρχουν ευκαιρίες και περιθώρια βελτίωσης και ότι η κριτική ανάγνωση του κειμένου μας από έμπειρους επαγγελματίες μπορεί να αναδείξει πτυχές του κειμένου που δεν είχαμε σκεφτεί αρχικά. Αυτό ισχύει ακόμα και για εκδομένα βιβλία για τα οποία αποφασίζεται δεύτερη, τρίτη ή πολλοστή έκδοση. Με άλλα λόγια, πάντα έχουμε τη δυνατότητα να αναθεωρήσουμε, να διορθώσουμε, να εμπλουτίσουμε τα κείμενά μας, ώστε να επιτύχουμε το αρτιότερο δυνατό αποτέλεσμα και αυτό που εκφράζει περισσότερο τις προθέσεις μας.

Για περισσότερη αυτοσυγκέντρωση κατά τη διάρκεια της επιμέλειας του κειμένου μας, αποφεύγουμε οτιδήποτε και οποιονδήποτε μπορεί να μας αποσπάσει την προσοχή. Κλείνουμε τα πάντα: κινητό, social media, e-mail, τηλεόραση, ραδιόφωνο, μουσική, ακόμα και τον ίδιο τον υπολογιστή.

Δεν εμπιστευόμαστε απόλυτα τα προγράμματα ορθογραφικού ελέγχου των υπολογιστών. Μπορούν να βοηθήσουν αρκετά, αλλά δεν καλύπτουν όλο το φάσμα των ορθογραφικών, γραμματικών και συντακτικών κανόνων και δεν είναι φτιαγμένα για να μπαίνουν στο μυαλό μας και να ανιχνεύουν το νόημα που θέλουμε να δώσουμε εμείς στις λέξεις. Επιστρέφοντας στο παράδειγμα που έδωσα παραπάνω, ο ορθογράφος του υπολογιστή θα διορθώσει το «συγκρητικός» σε «συγκριτικός», διότι τα δεδομένα του δεν περιλαμβάνουν την έννοια του συγκρητισμού. Το αυτό ισχύει και για την αναφορική αντωνυμία «ό,τι» την οποία ο ορθογράφος λανθασμένα θα μετατρέψει στον ειδικό σύνδεσμο «ότι». Ή, αν εννοούσα «σύγκλιση», αλλά έγραψα «σύγκληση», ο ορθογράφος δεν θα μου υποδείξει καμία διόρθωση, διότι τα δεδομένα του περιλαμβάνουν και τις δύο λέξεις και μόνο εγώ ξέρω ποια είναι η σωστή για το κείμενό μου. Το αυτό ισχύει και για το πολύ συνηθισμένο λάθος στη χρήση της ενεργητικής και της παθητικής φωνής, όπως στην περίπτωση του «χρησιμοποιείτε» και «χρησιμοποιείται». Επομένως, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να τυπώσουμε το κείμενο, να κλείσουμε τον υπολογιστή, να καθίσουμε αναπαυτικά σε μια ήσυχη γωνιά και να κάνουμε τις διορθώσεις μας πάνω στο χαρτί.

Διαβάζουμε το κείμενό μας δυνατά. Όσο παράξενο κι αν φαίνεται, είναι ένας εξαιρετικός τρόπος για να εντοπίσουμε ασυνταξίες, νοηματικές ασάφειες, επαναλήψεις, ανορθογραφίες, ακόμα και τα σημεία στα οποία θα έπρεπε να βάλουμε κόμμα, ακολουθώντας τις παύσεις της φωνής μας.

Τέλος, υπάρχει μια πληθώρα έγκριτων εντύπων και ηλεκτρονικών βοηθημάτων που μπορούν να κάνουν τη φροντίδα του κειμένου μας πιο εύκολη. Παρακάτω προτείνω ορισμένα ευπρόσιτα βοηθήματα από τα οποία μπορούμε να ξεκινήσουμε, για να φτάσουμε με τον καιρό και την εξάσκηση σε πιο εξειδικευμένες αναζητήσεις. Γιατί το κείμενό μας είναι μια προέκταση του εαυτού μας…

Προτεινόμενα αναγνώσματα

Έκο, Ουμπέρτο, Εξομολογήσεις ενός νέου μυθιστοριογράφου, μτφρ. Γιώργος Λαμπράκος, Αθήνα: Πατάκης 2011.

Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 1998. Λεξικό της κοινής νεοελληνικής (greek-language.gr)

Νεοελληνική γραμματική, αναπροσαρμογή της Μικρής Νεοελληνικής Γραμματικής του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Αθήνα: ΟΕΔΒ. http://www.greek-language.gr/greekLang/files/document/modern_greek/grammatiki.triantafyllidi.pdf

Το παπυράκι. Εικονογραφημένο εγκυκλοπαιδικό λεξικό και πλήρες λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, βασισμένο στο Le petit Larousse illustré, Αθήνα: Πάπυρος 2003.

Εσείς
Ποιες πρακτικές εφαρμόζετε για την επιμέλεια των κειμένων σας;

Leave a Reply